Πρωτ. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος
Δρ. Θεολογίας, Δρ. Φιλοσοφίας
Η εταιρεία δεν είχε θέσει από την αρχή ζήτημα απαγορεύσεως στη μετάγγιση αίματος ούτε ερμήνευε τα εδάφια της Γενέσεως και των Πράξεων των Αποστόλων με την έννοια που τα εκλαμβάνει σήμερα.
Το έτος 1909 η «Σκοπιά» δήλωνε κατηγορηματικά πως οι απαγορεύσεις του Γεν. θ' 4-6 «ποτέ δεν έφθασαν στους εθνικούς, γιατί δεν ήσαν ποτέ κάτω από τη διαθήκη του νόμου- αλλά οι ιουδαϊκές ιδέες για το θέμα αυτό ήσαν τόσο βαθιά ριζωμένες, ώστε ήταν αναγκαίο για την ειρήνη της εκκλησίας να τηρούν οι εθνικοί το ζήτημα αυτό» (Σκ. αγγλ. 1909, σ. 116-117, 6λ. κλισέ 66 στον Β' τόμο).
Η εταιρεία μνημονεύει τη «Σκοπιά» της 15ης Ιανουάριου 1928 (γερμ. έκδ.) και ειδικότερα το άρθρο «Αιτία για την εκδίκηση του Θεού» και ισχυρίζεται πως εκεί υπογραμμίσθηκε η «αγιότητα του αίματος» και η απαγόρευση της «βρώσεως του αίματος». Έτσι ισχυρίζεται πως από το 1928 είχε απαγορεύσει τη μετάγγιση του αίματος (Βιβλίο Έτους, γερμ. 1975, σ. 222).
Όμως το άρθρο του 1928 αναφέρεται στη θανάτωση ανθρώπου και στην αφαίρεση ζωής χωρίς θεία εξουσιοδότηση, όχι στη μετάγγιση του αίματος (Σκ. 1.1.1928, γερμ., σ. 20).
Η εταιρεία επικαλείται ακόμη τη «Σκοπιά» της 15ης Δεκεμβρίου 1946 και της 1ης Ιουλίου 1945 (αγγλική), για να μας πει πως το ζήτημα της μεταγγίσεως είχε τότε λυθεί· η μετάγγιση είχε απαγορευθεί με βάση τη Γραφή. Μνημονεύει μάλιστα και την «πρώτη μετάγγιση» που έγινε το 1492 στον πάπα Ιννοκέντιο Η' και στοίχισε τη ζωή τριών νέων (Βιβλίο Έτους 1975, γερμ., σ. 222-223).
Όμως και αυτές οι πληροφορίες δεν είναι ορθές. Το άρθρο που μνημονεύεται εδώ δημοσιεύθηκε στην ελληνική «Σκοπιά» της 15ης Αυγούστου και της 1ης Σεπτεμβρίου 1946· δεν αναφέρεται στη μετάγγιση, αλλά στη «βρώσι αίματος» από μέρους «βαρβάρων και θηριωδών αγρίων εθνών... οι οποίοι έζων κατά το πλείστον δι’ αίματος ζώων». Στο ίδιο άρθρο η εταιρεία στιγματίζει «ως φόνον την ειδωλολατρικήν πράξιν, συμφώνως προς την οποίαν οι αιμοβόροι πολεμισταί, αφού εφόνευον ένα ισχυρόν, έπινον το αίμα του, πιστεύοντες ότι δια της απορροφήσεως του αίματος αυτού ιδιοποιούντο συγχρόνως τας ιδιότητας της ισχύος του φονευθέντος» (Σκ. 15.8.1946, σ. 15).
Ο ισχυρισμός ότι ο πάπας Ιννοκέντιος Η' δέχθηκε μετάγγιση αίματος, που κόστισε τη ζωή τριών νέων, είναι ανακριβής. Όπως αναφέρει ο L. Pastor, ο προσωπικός γιατρός του πάπα έφερε το αίμα ως μοναδικό μέσο σωτηρίας, αλλά επειδή ο πάπας δεν το δέχθηκε, ο ασυνείδητος γιατρός εξαφανίσθηκε (L. Pastor, σ. 281, σημ. 5). Η εταιρεία σκόπιμα και κακόβουλα παραποιεί εδώ τα γεγονότα. Μισή αλήθεια είναι ασφαλώς χειρότερη από ένα ψέμα και αυτό το γνωρίζει καλά η «Σκοπιά».
Η αναφορά της «Σκοπιάς» του 1946 σ’ αυτό το περιστατικό δεν γίνεται για να απορριφθεί η μετάγγιση, όπως ισχυρίζεται η εταιρεία στο «Βιβλίο Έτους 1975». Αυτό διασαφηνίζεται με το ότι στη συνέχεια η «Σκοπιά» υπογραμμίζει πως η μέθοδος της μεταγγίσεως βελτιώθηκε και «κατά το τέλος του 18ου αιώνος και τας αρχάς του 19ου εγένετο το δραστηριώτερον έργον δια την αποδοχήν της μεταγγίσεως ως χειρουργικής μεθόδου μετά την αιμορραγίαν...» (Σκ. 15.8.1946, σ. 15).
Οι αληθινές θέσεις της εταιρείας σ’ αυτό το ζήτημα κατά το έτος 1945 εκφράζονται στο περιοδικό «Vertroosting» («Παρηγοριά», σήμερα «Ξύπνα) του Σεπτεμβρίου 1945. Σύμφωνα μ’ αυτές τις θέσεις, η μετάγγιση όχι μόνο δεν απαγορεύεται, αλλά και επιβάλλεται από την αγία Γραφή. Γράφει:
«Διαβάσαμε τον τελευταίο καιρό πως ο Ιεχωβά θα μας βοηθήσει και θα μας προστατεύσει. Δεν κάνουμε εδώ μια καινούργια σκέψη; Μας έδειξε ότι ο Ιεχωβά δε θα μας βοηθήσει, παρά μόνο αν εμείς θα έχουμε κάνει ή θα αφήσουμε να γίνουν όλα όσα περνούν από το χέρι μας. Αν χάσουμε τη ζωή μας, επειδή αρνούμεθα τη χρήση ενέσεων, αυτό δεν θα μας χρησιμεύσει σαν απαλλακτική μαρτυρία για το όνομα του Ιεχωβά» (σ. 29).
«Ο Θεός δεν προκαθώρισε ποτέ εντολές, που θα απαγόρευαν τη χρησιμοποίηση των φαρμάκων, των ενέσεων ή της μεταγγίσεως αίματος. Αυτό είναι ανθρώπινη άποψη, όπως για τους Φαρισαίους, που περιφρονούσαν το έλεος του Θεού. Το να υπηρετεί κανείς τον Ιεχωβά μ’ όλη του την εξυπνάδα, δεν θα πει να αποβάλει την εξυπνάδα του, προ παντός όταν πρόκειται να προστατευθεί μια ανθρώπινη ζωή, που είναι αφιερωμένη στον Ιεχωβά και ειναι, συνεπώς, ιερή» (σ. 29).
Ακόμη και το έτος 1958 η «Σκοπιά» παρουσιαζόταν διαλλακτική με το ζήτημα της μεταγγίσεως αίματος. Σε ερώτηση αν πρέπει να επιτραπεί σε «κεχρισμένη» αδελφή που έκανε με τη θέλησή της μετάγγιση αίματος, να πάρει από τα «σύμβολα» στην «Ανάμνηση», η εταιρεία δίνει την απάντηση πως θεωρεί τέτοια άτομα «ανώριμα» και ακατάλληλα «ν’ αναλάβουν ωρισμένες ευθύνες» και «ορισμένες υπηρεσίες», όμως, προσθέτει, «δεν έχετε δικαίωμα ν’ αποκλείετε αυτή την αδελφή από τον εορτασμό του Δείπνου του Κυρίου» (Σκ. 1958, σ. 503).
Το 1961 η εταιρεία εξέδωσε το βιβλίο «Αίμα, ιατρική και ο νόμος του Θεού» (γερμ.), όπου μεταξύ άλλων αναφερόταν πως «η μετάγγιση αίματος μπορεί βέβαια να οδηγήσει σε μια άμεση και καιρικά περιορισμένη παράταση της ζωής, όμως για χριστιανούς αφοσιωμένους στον Θεό αυτό συμβαίνει με κόστος της αιώνιας ζωής» (σ. 55).
Με αυτόν τον τρόπο η εταιρεία επιβάλλει στους οπαδούς της την απαγόρευση αυτή. Η άρνηση της μεταγγίσεως δεν προέρχεται από την ελεύθερη προαίρεση των οπαδών, αλλά γίνεται με εντολή της «Σκοπιάς». Στο βιβλίο «Οι μάρτυρες του Ιεχωβά και το ζήτημα του αίματος», που εκδόθηκε στην αγγλική το 1977 (ελλ. έκδ. 1978), αναφέρεται:
Οι «μάρτυρες του Ιεχωβά» δεν ακολουθούν σ’ αυτό το ζήτημα «μια προσωπική ιδιοτροπία... υπακούουν στην ύψιστη εξουσία του σύμπαντος... επομένως το ζήτημα του αίματος για τους μάρτυρες του Ιεχωβά περιλαμβάνει τις πιο θεμελιώδεις αρχές, στις οποίες αυτοί ως χριστιανοί βασίζουν τη ζωή τους. Διακυβεύεται η σχέσις των με τον Δημιουργό και Θεό τους» (σ. 18).
Σε τυπωμένη επιστολή «Προς τα μέλη του ιατρικού κλάδου», με τίτλο «Μετάγγισις αίματος — Γιατί αρνούνται οι χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά», η εταιρεία υποστηρίζει πως «η αποχή από το αίμα» έχει «τόση σπουδαιότητα όση και η αποχή από την ειδωλολατρία ή την πορνεία».
Μάλιστα για να επιβάλει η εταιρεία στους οπαδούς της την απαγόρευση αυτή, τους προμηθεύει ειδική «κάρτα», την ονομαζόμενη «Ιατρική Προειδοποίηση», στην οποία περιλαμβάνεται υπεύθυνη δήλωση, που υπογράφεται από κάθε οπαδό της, και συνυπογράφεται από δύο μάρτυρες. Σ’ αυτή αναφέρεται:
«Δηλώνω ότι δεν επιθυμώ να μου γίνει μετάγγιση αίματος, ακόμη και στην περίπτωση που οι άλλοι θα το θεωρήσουν απαραίτητο για να σωθεί η ζωή μου ή για να διατηρηθεί η υγεία μου... Με τη δήλωση αυτή αποδεσμεύω τους γιατρούς και το νοσοκομείο από κάθε ευθύνη... Το έγγραφο αυτό ισχύει ακόμη και αν είμαι αναίσθητος και δεσμεύει τους κληρονόμους μου ή τους νομίμους αντιπροσώπους μου» (Σκ. 1.4.1985, σ. 26).
Ο «περιοδεύων επίσκοπος» παίρνει εντολή να φροντίσει να δοθούν σε όλους αυτές οι κάρτες στην αρχή του μηνός Ιανουάριου, και να γίνουν υπομνήσεις σχετικά με τη χρήση τους:
«Οι αδελφοί ενθαρρύνονται να συμπληρώσουν την κάρτα γρήγορα, υπογράφοντές την κατάλληλα οι ίδιοι καθώς και οι μάρτυρες και να σημειωθεί και ημερομηνία» (ΔΒ 1/1986, σ. 3). Δίδεται ακόμη η εντολή να φέρουν πάντοτε μαζί τους «μια συμπληρωμένη και πρόσφατη κάρτα ή Ιατρική Προειδοποίηση», η οποία χαρακτηρίζεται «πολύτιμο έγγραφο» (Σκ. 1.4.1985, σ. 26).
Αποφάσεις λοιπόν, που θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή ανθρωπίνων πλασμάτων, ακόμη και μικρών παιδιών, που δεν μπορούν να εκφράσουν τη βούλησή τους, λαμβάνονται στο Μπρούκλιν και επιβάλλονται στα θύματα της «Σκοπιάς».
Η ψυχολογική βία που ασκείται επάνω τους περιγράφεται χαρακτηριστικά από πρώην θύματα. Αναφέρουμε εδώ την περίπτωση του Ν. Richter.
Στον Ν. Richter έγινε μετάγγιση αίματος χωρίς τη συγκατάθεσή του, όταν βρισκόταν σε κατάσταση αφασίας. Ο ίδιος διηγείται:
«... είχα διάτρηση στομάχου... μετά από εμετούς έπεσα σε κώμα που διάρκεσε 5 ημέρες... εγχειρίστηκα και επειδή έχασα πολύ αίμα, μου έκαναν μετάγγιση... Όταν επανάκτησα τις αισθήσεις μου, διαπίστωσα ότι είχα σωληνάκι στη φλέβα, σωληνάκι στο στομάχι, που έβγαινε από τη μύτη, σωληνάκι στα έντερα και σωληνάκι στην κύστη. Χωρίς αυτά και χωρίς τη μετάγγιση δεν θα ζούσα σήμερα. Θα έπρεπε ν’ αφήσω την οικογένειά μου χρεωμένη, αφού είχα πάρει δάνειο για την οικοδομή, χωρίς πόρους ζωής... ο γιός μου ήταν τότε δεκατριών ετών και η κόρη μου ένδεκα».
«Οι επαφές μου με τους μάρτυρες του Ιεχωβά είχαν γίνει όλο και πιο αραιές και είναι καταπληκτικό πόσο γρήγορα και πόσο καλά πληροφορήθηκαν πως έκανα μετάγγιση αίματος. Αφού ξεπέρασα μια ηπατίτιδα και έγινα καλά μετά από θεραπευτική αγωγή... ήρθε ένα γράμμα με το ακόλουθο περιεχόμενο:
«Αγαπητέ αδελφέ Richter, υποθέτουμε πως η κατάσταση της υγείας σου επιτρέπει να μας επισκεφθείς στην αίθουσα βασιλείας για συζήτηση... με σκοπό να μας δώσεις σαφή εικόνα της μεθόδου θεραπείας σου στο νοσοκομείο (εγχείρηση στομάχου). Εκτός από αυτό θα θέλαμε να έχουμε την άποψή σου σχετικά με τη μετάγγιση αίματος».
Στην γραπτή απάντησή του ο Ν. Richter υπογράμμιζε: «Όπως έζησα τη μετάγγιση, μπορώ να βεβαιώσω πως δεν έγινε κατάχρηση αίματος, αλλά χρησιμοποιήθηκε απόλυτα με την έννοια του Δημιουργού: ο άνθρωπος έγινε ψυχή ζώσα. Οι γιατροί χρησιμοποίησαν το αίμα με την έννοια της αγάπης προς τον πλησίον και σε ποια περίπτωση μπορεί να δοκιμασθεί περισσότερο η αγάπη προς τον πλησίον από την περίπτωση της αγάπης προς ένα άγνωστο, όπως ήμουν εγώ;».
Τελικά, στις 23 Αύγουστου 1969, η αντίδραση της εταιρείας ολοκληρώθηκε με την αποκοπή του Richter από την «αγία οργάνωση» (δακτυλογρ. κείμενο του Ν. Richter, από το αρχείο του G. Pape).
Η εταιρεία σκληραίνει τη στάση της σ’ αυτό το ζήτημα όλο και περισσότερο. Στη «Διακονία της Βασιλείας» του Νοεμβρίου 1991 αναγγέλλει τη δημιουργία ειδικής «υπηρεσίας πληροφοριών για νοσοκομεία και Επιτροπές Νοσοκομείων» και παρακινεί τους οπαδούς της να κάνουν ορισμένα σπουδαιότατα βήματα εκ των προτέρων και να φροντίσουν «να έχουν όλοι τα έγγραφα μαζί τους ΠΑΝΤΟΤΕ»: «Να ελέγχετε αν έχουν τη βεβαίωση τα παιδιά σας προτού πάνε στο σχολείο κάθε μέρα, ναι, ακόμη και προτού πάνε στην παιδική χαρά...». Ακόμη καλούνται να μιλήσουν «στο ιατρικό προσωπικό» και δίδονται οδηγίες «πως να ασκείτε τα δικαιώματά σας». Οι «οδηγίες» καλύπτουν 4 δίστηλες πυκνοτυπωμένες σελίδες και το κείμενο καταλήγει με την παρουσίαση «ύπουλων ερωτήσεων, τις οποίες πρέπει να προσέχετε» και την απάντηση στο ερώτημα «Τι κάνετε για να είστε έτοιμοι».
Η «Σκοπιά» δίνει λεπτομερείς απαντήσεις σε κάθε πιθανή ερώτηση των ιατρών ή των δικαστών, σχετικά με τη μετάγγιση αίματος. Αξίζει να παραθέσουμε στη συνέχεια απόσπασμα από αυτό το κείμενο:
- «Τι γίνεται αν σας κάνουμε μετάγγιση δια της βίας με εντολή εισαγγελέα; Θα θεωρηθείτε υπόλογοι;».
- «Μήπως το να δεχτείτε μετάγγιση ή το να σας επιβληθεί δια της βίας θα σας κάνει να αποβληθείτε από τη θρησκεία σας ή να μη λάβετε αιώνια ζωή; Πως θα σας θεωρεί η εκκλησία σας;».
Μια αδελφή, απαντώντας σε κάποιο δικαστή σε μια τέτοια περίπτωση, είπε ότι δεν θα ήταν υπόλογη για κάτι που αποφάσισε εκείνος. Μολονότι αυτή η απάντηση ήταν σωστή από μια άποψη, ο δικαστής θεώρησε πως αυτό σήμαινε ότι, αφού εκείνη δεν θα ήταν υπόλογη, τότε θα έπαιρνε εκείνος την ευθύνη για την αδελφή. Έδωσε εντολή να γίνει μετάγγιση.
Πρέπει να καταλάβετε ότι, όταν κάνουν τέτοιες ερωτήσεις, μερικοί συνήθως προσπαθούν να βρουν έναν τρόπο για να παρακάμψουν την άρνησή σας να δεχτείτε αίμα. Μην τους τον δίνετε άθελά σας! Πως, λοιπόν, θα μπορούσαμε να αποφύγουμε αυτή την παρεξήγηση; Θα μπορούσατε να απαντήσετε:
- Αν μου χορηγηθεί αίμα δια της βίας με οποιαδήποτε μέθοδο, για εμένα αυτό θα ισοδυναμούσε με βιασμό. Θα υπέφερα σε όλη την υπόλοιπη ζωή μου από τις συναισθηματικές και πνευματικές συνέπειες αυτής της ανεπιθύμητης επίθεσης εναντίον μου. Θα αντισταθώ με όλη μου τη δύναμη σε μια τέτοια παραβίαση του σώματός μου που θα γίνει χωρίς τη συναίνεσή μου. Θα καταβάλω κάθε προσπάθεια να μηνύσω αυτούς που θα έχουν “επιτεθεί”, ακριβώς όπως θα έκανα και σε περίπτωση βιασμού”.
Πρέπει να δείξετε με δυνατό, παραστατικό τρόπο ότι η δια της βίας μετάγγιση αποτελεί για εμάς απεχθή παραβίαση του σώματός μας. Δεν είναι απλό ζήτημα. Γι’ αυτό να δείχνετε σταθερότητα. Καταστήστε σαφές ότι θέλετε να αντιμετωπιστεί η περίπτωσή σας με εναλλακτικές μεθόδους νοσηλείας που δεν περιλαμβάνουν τη χρήση αίματος».
Σ’ αυτό το απόσπασμα από τη «Διακονία της Βασιλείας» φαίνεται καθαρά πως η άρνηση της μετάγγισης δεν είναι αποτέλεσμα ελεύθερης επιλογής των «μαρτύρων του Ιεχωβά». Είναι εντολή της εταιρείας, η οποία μάλιστα δεν παραλείπει να προσφέρει και τις «κατάλληλες» απαντήσεις σε πιθανά ερωτήματα που θα τεθούν από γιατρούς. Η εταιρεία απαγορεύει στους οπαδούς της να έχουν δική τους άποψη και να δώσουν τη δική τους απάντηση στα ερωτήματα που θα τους τεθούν και που αφορούν τη ζωή τους. Αλλά το κείμενο στο οποίο αναφερόμαστε δεν σταματάει εδώ. Κάτω από τον τίτλο «Τι θα κάνετε για να είστε έτοιμοι;», γράφει:
«Ανασκοπήσαμε μερικά πράγματα που χρειάζεται να κάνετε για να προστατέψετε τον εαυτό σας και την οικογένειά σας από μια ανεπιθύμητη μετάγγιση αίματος. (Αργότερα, ελπίζουμε να παράσχουμε περισσότερες λεπτομέρειες όσον αφορά το χειρισμό προβλημάτων που προκύπτουν όταν απειλούνται με μετάγγιση βρέφη και παιδιά)». Είδαμε επίσης τι έχει κάνει με στοργικό τρόπο η οργάνωση για την παροχή βοήθειας σε καιρό ανάγκης.
Εδώ η εταιρεία δεν κάνει λόγο για περιπτώσεις, στις οποίες απειλείται η ζωή παιδιών ή βρεφών, αλλά αντιστρέφει τα πράγματα και μιλάει για την «απειλή της μετάγγισης». Δεν αναφέρεται στο τι έχει κάνει για να σώσει ζωές, αλλά για το τι έκανε για να εμποδίσει τη μετάγγιση, δηλαδή για να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή βρεφών και μικρών παιδιών. Όμως συνεχίζει:
Πως πρέπει να χρησιμοποιήσετε εσείς αυτές τις πληροφορίες, ώστε να βεβαιωθείτε ότι είστε έτοιμοι να αντιμετωπίσετε μια ιατρική κατάσταση που θα θέσει σε δοκιμασία την πίστη σας;
Πρώτον: Να διεξαγάγετε μια οικογενειακή συζήτηση, στην οποία να κάνετε πρόβα για το πως θα χειριστείτε αυτά τα ζητήματα και να μάθετε τι θα πείτε και τι θα κάνετε, κυρίως σε έκτακτα περιστατικά.
Έπειτα: Φροντίστε να έχετε όλα τα έγγραφα που χρειάζεστε.
Κατόπιν: Ζητήστε σοβαρά από τον Ιεχωβά μέσω προσευχής να σας υποστηρίξει σε ό,τι αφορά τη σταθερή απόφασή σας να συνεχίσετε “να απέχετε από αίμα”. ’Αν υπακούμε στο νόμο του για το αίμα μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για την εύνοιά του που θα φέρει ατέλειωτη ζωή. - Πράξ. 15:29· Παρ. 27:11, 12» (ΔΒ Νοέμβριος 1991).
Η εταιρεία δεν παραλείπει να αστυνομεύσει τους οπαδούς της και να προβαίνει ακόμη και σε έρευνα για να διαπιστώσει αν όλοι πάντοτε φέρουν μαζί τους την κάρτα «Ιατρική προειδοποίηση», με την οποία απαγορεύουν στο γιατρό, σε περίπτωση αφασίας να προβεί σε μετάγγιση. Έτσι διαβάζουμε στη «Διακονία της Βασιλείας» του Ιανουαρίου 1993: «Ένας πρόσφατος έλεγχος που έγινε σε κάποια εκκλησία έδειξε ότι 1 στους 5 ευαγγελιζόμενους δεν είχε μαζί του την κάρτα του, και κανένα από τα παιδιά δεν είχε την κάρτα βεβαίωσης» (ΔΒ 1/1993, σ. 2).
Αυτό αποδεικνύει πως η εταιρεία, με ψυχολογική βία που ασκεί στους οπαδούς της, αντίθετα με την ελεύθερη βούλησή τους, επιβάλλει σ’ αυτούς και στα μικρά παιδιά τους να φέρουν πάντοτε μαζί τους την απαγορευτική για τη μετάγγιση αίματος κάρτα.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως τα θύματα του Μπρούκλιν, που αρνούνται τη μετάγγιση, θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή τους και τη ζωή των παιδιών τους, όχι υπακούοντας σε εντολή του Θεού· δεν υποφέρουν προς δόξαν Θεού. Η απαγόρευση της βρώσης του αίματος γίνεται κατανοητή, όχι μόνο από την αυτονόητη τότε αντίληψη, πως το αίμα αποτελεί την έδρα της ζωής, αλλά και από το γεγονός ότι η έκχυση του αίματος σχετιζόταν με τη λατρευτική πράξη του Ισραήλ (Λευίτ. η' 14) και συμβόλιζε το σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου, μέσω του αίματος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Κύριος της ζωής είναι ο Θεός. Ο άνθρωπος δεν έχει δικαίωμα να την αφαιρέσει. Γι’ αυτό και η μετάγγιση «μάλλον επιβάλλεται προς διάσωσιν και μη καταστροφήν της ζωής» (Ν. Σωτηροπούλου, σ. 240).
Η προσφορά του αίματος στις θυσίες για εξιλασμό προεικόνιζε τον αληθινό εξιλασμό με το αίμα του Χριστού (Εβρ. θ' 11-14. Γ 1). Εξ άλλου το αίμα του Χριστού «είναι η βάσις της πνευματικής ζωής». Τόσο η άποψη πως η έδρα της ζωής βρίσκεται στο αίμα, όσο και η πράξη της Παλαιάς Διαθήκης, να χρησιμοποιείται η έκχυση του αίματος «προς εξιλασμόν», προεικόνιζαν το αίμα του Χριστού, που αποτελεί όχι μόνο τον αληθή εξιλασμό, αλλά και τη βάση της πνευματικής ζωής. Με την έλευση, λοιπόν, του Χριστού, ήλθε η πραγματικότης· «το σύμβολον παραμερίζεται και η απαγόρευσις δεν ισχύει πλέον» (Ν. Σωτηροπούλου, σ. 241).
Πως όμως θα ερμηνεύσουμε την απαγόρευση στην Καινή Διαθήκη; Το βασικό θέμα της Αποστολικής Συνόδου ήταν η τήρηση του μωσαϊκού νόμου και ειδικότερα το ζήτημα της περιτομής. Κρίθηκε ότι μερικά σημεία του νόμου έπρεπε να τηρούνται και από τους εξ εθνών χριστιανούς, χάριν των αδελφών των, δηλαδή των εξ Ιουδαίων χριστιανών, με σκοπό να αποφευχθεί ο σκανδαλισμός. Έτσι η Αποστολική Σύνοδος αποφάσισε να τηρείται η αποχή από ειδωλόθυτα, από τη βρώση του αίματος, των πνικτών και από την «πορνεία» (Πράξ. ιε' 29).
Η απαγόρευση αυτή δεν ήταν απόλυτη. Αυτό βλέπουμε από την περίπτωση των ειδωλοθύτων. Ο απόστολος επιτρέπει τη βρώση ειδωλοθύτων στην περίπτωση που δεν υπάρχει κίνδυνος σκανδαλισμού (Α' Κορ. η' 1- 13).
Η απαγόρευση της «πορνείας» είχε κατηγορηματικά λυθεί από τον ίδιο τον Κύριο (Ματθ. ε' 28) και προξενεί εντύπωση το ότι τέθηκε θέμα συζητήσεως στη σύνοδο. Γι’ αυτό εκφράσθηκε η άποψη, πως εδώ πρόκειται μάλλον για τις απαγορεύσεις του νόμου, που αναφέρονταν στους γάμους μεταξύ συγγενών (Λευίτ. η' 6-18, βλ. Christian Weiss, σ. 91).
Καταλήγοντας παρατηρούμε: Με το να επιμένει σήμερα η εταιρεία στην απαγόρευση της μεταγγίσεως, παρ’ όλον ότι η Γραφή δεν αναφέρεται σ’ αυτό το ζήτημα, ασεβεί εναντίον της ζωής, και παραβαίνει ουσιαστικά το νόημα της απαγορεύσεως του Θεού, ο οποίος προειδοποιεί: «εκ της χειρός παντός αδελφού αυτού θέλω εκζητήσει την ζωήν αυτού» (Γεν. θ' 5). Με την απαγόρευση της μεταγγίσεως η εταιρεία είναι εκείνη που γίνεται ένοχη αίματος, όχι αυτός που δέχεται τη μετάγγιση από σεβασμό στη ζωή.
Μάρτυρες του Ιεχωβά και Ορθοδοξία (Τόμος Γ’)
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ – ΜΟΡΦΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ
%e1%bc%80%ce%bd%ce%b1%ce%b4%cf%8c%cf%87%cf%89/